- Ελληνικά
- English
Η αρθροσκόπηση ισχίου καθίσταται μία κοινή χειρουργική τεχνική για τη διάγνωση και θεραπεία των παθολογικών καταστάσεων του στρογγύλου συνδέσμου. Σε μία συστηματική ανασκόπηση που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Arthroscopy, τεύχος Δεκεμβρίου του 2014, έγινε προσπάθεια να καθοριστούν οι ενδείξεις, οι αντενδείξεις, οι θεραπείες και τα αποτελέσματα μετά από χειρουργική αντιμετώπιση των κακώσεων του συνδέσμου με αρθροσκόπηση ισχίου.
Έγινε αναζήτηση άρθρων σχετικών με τη χειρουργική θεραπεία του στρογγύλου συνδέσμου στις βάσεις δεδομένων, EMBASE, MEDLINE και PubMed από το 1946 έως τον Νοέμβριο του 2013 στην αγγλική γλώσσα.
Ανιχνεύθηκαν συνολικά 1016 μελέτες, εννιά από τις οποίες πληρούσαν τα κριτήρια επιλεξιμότητας. Οι μελέτες αυτές περιείχαν ένα σύνολο 87 ασθενών, οι οποίοι υποβλήθηκαν είτε σε αρθροσκοπικό καθαρισμό (debridement) του στρογγύλου συνδέσμου ή ανακατασκευή με αυτομόσχευμα, αλλομόσχευμα ή συνθετικό μόσχευμα λόγω πλήρους ρήξης του στρογγύλου συνδέσμου. Οι βασικές ενδείξεις για χειρουργείο συμπεριλάμβαναν τον επίμονο πόνο στο ισχίο, ο οποίος δεν υποχωρούσε με συντηρητική θεραπεία, καθώς επίσης και μηχανικά συμπτώματα ή συμπτώματα αστάθειας (clicking ή αίσθημα κλειδώματος). Η μοναδική αναφερόμενη αντένδειξη ήταν η προχωρημένη οστεοαρθρίτιδα (μεσάρθριο διάστημα στην ακτινογραφία < 2 mm). Οι ασθενείς παρακολουθήθηκαν μετεγχειρητικά για ενάμιση έως 60 μήνες και εκτιμήθηκαν με τη χρήση αντικειμενικών μεθόδων (όπως τροποποιημένη κλίμακα αξιολόγησης του ισχίου Harris και Non Arthritic Hip Score). Συνολικά, τόσο ο καθαρισμός (debridement) όσο και η ανακατασκευή βελτίωσε την κατάσταση στους ασθενείς με μία αύξηση της τάξης του 40% στις αναφερόμενες μετεγχειρητικές λειτουργικές κλίμακες αξιολόγησης, καθώς επίσης και μία αναφερόμενη βαθμολογία της τάξης του 89% σε ασθενείς που ήταν ικανοί για την επάνοδο στις αθλητικές δραστηριότητες.
Οι συγγραφείς συμπέραναν ότι ο καθαρισμός (debridement) του στρογγύλου συνδέσμου ενδείκνυται για τη μεσοπρόθεσμη ανακούφιση από τον πόνο στο ισχίο, ο οποίος προκαλείται από μερικού πάχους ρήξεις (Τύπου 2), όταν αυτή δεν αντιμετωπίζεται με συντηρητικά μέσα, ενώ η ανακατασκευή με αυτομοσχεύματα, αλλομοσχεύματα ή συνθετικά μοσχεύματα μπορεί να ενδείκνυται για τύπου 1 (πλήρους πάχους) ρήξεις του στρογγύλου συνδέσμου, οι οποίες θεωρούνται διορθώσιμες, προκαλούν αστάθεια, και σε αυτές έχει αποτύχει ο προηγούμενος καθαρισμός ή συνδυασμός των καταστάσεων αυτών.
Για οποιοδήποτε ιατρικό θέμα που σας απασχολεί, μη διστάσετε να επικοινωνήσετε με τον ορθοπαιδικό χειρουργό Αλέξανδρο Τζαβέα στο τηλέφωνο 2310222828 ή στο e-mail [email protected].